Τουλάχιστον 18.000 έως 20.000 τούρκοι αντικαθεστωτικοί έχουν έλθει στη χώρα μας την τελευταία τετραετία και 9.000 από αυτούς έχουν ζητήσει πολιτικό άσυλο, ενώ οι περισσότεροι διαμένουν σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας, αναζητώντας την ευκαιρία να αναχωρήσουν για τη Γερμανία ή άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Ο εντοπισμός ιστιοφόρου που έφτασε στον κόλπο Κουρεμένου της Σητείας το πρωί της Κυριακής από την Τουρκία με οκτώ επιβάτες (πέντε άνδρες, μία γυναίκα και δύο παιδιά), οι οποίοι δήλωσαν «γκιουλενιστές», αποτελεί ένα μόνο από τα εκατοντάδες αντίστοιχα περιστατικά που σημειώνονται στη χώρα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στη γείτονα το 2016. Είχε προηγηθεί προ μερικών μηνών η άφιξη στη Χίο άλλων 26 Τούρκων που δήλωσαν ότι διώκονται από το καθεστώς Ερντογάν, ενώ με λίγες ώρες διαφορά είχε εντοπιστεί να πλέει ακυβέρνητο στα ανοιχτά της Ζακύνθου σκάφος που ρυμουλκήθηκε στο Κατάκολο και στο οποίο βρίσκονταν 75 άτομα που ήταν επίσης τουρκικής καταγωγής. Αυτές οι καταγραφές αποτελούν μόνο ένα μικρό τμήμα της «αφανούς» ροής στη χώρα μας Τούρκων που θεωρούνται «εχθροί του Ερντογάν». Ανάμεσα σε αυτούς, ασφαλώς, περιλαμβάνονται οι οκτώ τούρκοι στρατιωτικοί που πέρασαν στην Ελλάδα – με ελικόπτερο που προσγειώθηκε στην Αλεξανδρούπολη – την επομένη του πραξικοπήματος και οι οποίοι παραμένουν φρουρούμενοι σε περιοχή της Αττικής.
Οι αριθμοί
Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος η κάθαρση του τούρκου προέδρου περιελάμβανε πάνω από 45.000 στρατιωτικούς, αξιωματούχους, αστυνομικούς, δικαστές, διοικητές και δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι συνελήφθησαν ή παύθηκαν, συμπεριλαμβανομένων 2.700 δικαστών και 163 ανώτατων αξιωματικών των ενόπλων δυνάμεων που τέθηκαν υπό κράτηση. Επιπλέον, σύμφωνα με αναφορά από το «Κέντρο Ελευθερίας» της Στοκχόλμης, 96.719 δάσκαλοι και ακαδημαϊκοί εκδιώχθηκαν από εκπαιδευτικά ιδρύματα της Τουρκίας, με 20.000 εξ αυτών να καταλήγουν στη φυλακή.
Για να γίνει αντιληπτή η μαζική έξοδος στη χώρα μας «αντιπάλων» του Ερντογάν σημειώνεται ότι το 2015 οι αφίξεις Τούρκων στην Ελλάδα ήταν 182 και το 2014 μόλις 73, ενώ το 2016 έφθασαν τις 313 και το 2017 τις 2.738. Μάλιστα, το 2018 υπήρξε περαιτέρω τριπλασιασμός με 8.898 τούρκους αντικαθεστωτικούς να περνούν τα ελληνοτουρκικά θαλάσσια και χερσαία σύνορα. Το 2019 καταγράφηκαν 8.017 αφίξεις, με τον αριθμό τους να μειώνεται για πρώτη φορά ύστερα από τέσσερα χρόνια το 2020, λόγω και του κορωνοϊού. Εντούτοις, οι ελληνικές Αρχές θεωρούν σημαντικό και τον αριθμό όσων εισέρχονται στη χώρα χωρίς να εντοπίζονται / καταγράφονται.
Αξιοσημείωτο είναι, πάντως, ότι το 2016 επαναπροωθήθηκαν στη γείτονα 172 Τούρκοι, το 2017 177 και το 2018 348. Για την περίοδο 2019-2020 δεν υπάρχουν σχετικά διαθέσιμα στοιχεία. Αντίστοιχα, το 2013 στην Ελλάδα ζήτησαν πολιτικό άσυλο 17 Τούρκοι, το 2014 41, το 2015 42, το 2016 189, το 2017 1.826, ενώ το 2018 ο αριθμός τους έφτασε τις 4.425 και το 2019 τις 3.795. Δηλαδή διαπιστώνεται ότι ποσοστό 40%-60% των τούρκων πολιτών που εντοπίζονται στη χώρα μας προχωρεί σε υποβολή αιτήματος πολιτικού ασύλου. Σχεδόν όλοι μετά την υποβολή αιτημάτων αφήνονται ελεύθεροι, όμως οι περισσότεροι δεν εμφανίζονται στις συνεντεύξεις (σε ποσοστό 80%-90%), αφού στόχος τους είναι να φύγουν για άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Εν τω μεταξύ, ο αριθμός των Τούρκων που υπολογίζεται ότι έχουν λάβει άσυλο στην Ελλάδα την τελευταία πενταετία είναι περίπου 2.000. Πρόκειται κυρίως για οικογένειες που έχουν «ριζώσει» στη χώρα μας, με μέλη που έχουν ανοίξει καταστήματα ή εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, τα παιδιά τους πηγαίνουν σε ελληνικά σχολεία κ.ο.κ. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι πρώην εκπαιδευτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι απολύθηκαν είτε ως κατηγορούμενοι για σύνδεση με το κίνημα του Φετουλάχ Γκιουλέν, είτε ως ακτιβιστές και αντικυβερνητικοί.
Η παρείσφρηση της ΜΙΤ
ΕΛ.ΑΣ. και ΕΥΠ, πάντως, εκφράζουν ανησυχίες για το κατά πόσο ανάμεσα σε αυτούς που δηλώνουν «γκιουλενιστές» μπορεί να υπάρχουν πράκτορες των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με απόρρητα έγγραφα που έφερε στην επιφάνεια το δίκτυο Nordic Monitor, τον Απρίλιο του 2020 καταγραφόταν σημαντική παρείσφρηση της ΜΙΤ στη χώρα μας. Κύριος στόχος των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, ωστόσο, φαίνεται να είναι η καταγραφή δικτύων «γκιουλενιστών».